ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Chic (n.)
Ελληνικά : Κομψότητα
Αγγλικά : Stylishness
Γερμανικά : Eleganz
Επιστροφή