ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Sensitive
Ελληνικά : Ευαίσθητος (άτομο)
Γαλλικά : Sensible (personne)
Γερμανικά : Sensitive (Person)
Επιστροφή