ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Senility
Ελληνικά : Γεροντισμός
Γαλλικά : Sénilité
Γερμανικά : Senilität
Επιστροφή