ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Chaumière (à toit de chaume)
Ελληνικά : Καλύβα (με αχυροσκεπή)
Αγγλικά : Thatched cottage
Γερμανικά : Hütte(bedeckt)
Επιστροφή