ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Semer
Ελληνικά : Σπέρνω
Αγγλικά : Sow (to)
Γερμανικά : säen
Επιστροφή