ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Καθιστικός
Αγγλικά : Sedentary
Γαλλικά : Sédentaire
Γερμανικά : Sitzend
Επιστροφή