ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Sedentary
Ελληνικά : Καθιστικός
Γαλλικά : Sédentaire
Γερμανικά : Sitzend
Επιστροφή