ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Secular
Ελληνικά : Κοσμικός
Γαλλικά : Séculier(ère) (laïc), Séculier(ère) (n)
Γερμανικά : Gesellschaftlich, Weltlich
Επιστροφή