ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
benachteiligen
Ελληνικά : Αδικώ, Ζημιώνω
Αγγλικά : Disadvantage (to)
Γαλλικά : Désavantager
Επιστροφή