ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Καθιστικό
Αγγλικά : Living room
Γαλλικά : Salle de séjour
Γερμανικά : Wohnzimmer
Επιστροφή