ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Εποχικός εργάτης
Αγγλικά : Seasonal worker
Γαλλικά : Saisonnier(ère) (n)
Γερμανικά : Saisonarbeiter
Επιστροφή