ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Συλητής
Αγγλικά : Looter, Plunderer
Γαλλικά : Saccageur (adj.) (n.)
Γερμανικά : Plünderer
Επιστροφή