ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Beklagte
Ελληνικά : Εναγόμενος
Αγγλικά : Defendant
Γαλλικά : Défendeur (jur)
Επιστροφή