ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Περιοχή με κοιτάσματα πετρελαίου
Αγγλικά : Oilfield
Γαλλικά : Champ pétrolifère
Γερμανικά : Land Mit Ölvorkommen
Επιστροφή