ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Roman
Ελληνικά : Ρωμαϊκός, Ρωμαίος
Γαλλικά : Romain(e) (adj), Romain(e) (n)
Γερμανικά : Romeo, Römer
Επιστροφή