ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Περικόπτω
Αγγλικά : Cut off (to)
Γαλλικά : Retrancher
Γερμανικά : Kürzen
Επιστροφή