|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Behandeln
- Ελληνικά : Ασχολούμαι με, Θεραπεύω, Θεραπεύω (ασθενή), Μεταχειρίζομαι
- Αγγλικά : Charge of (to be in), Cure (to), Treat (to)
- Γαλλικά : Curer, Guérir, Occuper de (s'), Soigner (un malade), Traiter
Επιστροφή