ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Wohltätig
Ελληνικά : Ελεήμονας
Αγγλικά : Charitable
Γαλλικά : Charitable
Επιστροφή