ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Retarder
Ελληνικά : Επιβραδύνω, Καθυστερώ
Αγγλικά : Delay (to)
Γερμανικά : Sich verspaeten, Verzögern
Επιστροφή