ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Late
Ελληνικά : Καθυστερημένος
Γαλλικά : Retardataire (adj+(n)
Γερμανικά : Zurückgeblieben
Επιστροφή