ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αντιστασιακός
Αγγλικά : Resistant fighter
Γαλλικά : Résistant(e) (n)
Γερμανικά : Widerstand-
Επιστροφή