ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Werft
Ελληνικά : Λιμεναποθήκη, Ναυπηγείο, Νεώριο
Αγγλικά : Dockyard, Dry dock, Ship yard
Γαλλικά : Chantier naval (ou de construction navale), Dock, Sèche (cale)
Επιστροφή