ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Werbung
Ελληνικά : Διαφημιστικός
Αγγλικά : Publicity
Γαλλικά : Publicitaire
Επιστροφή