ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Weit verbreitet
Ελληνικά : Διαδεδομένος
Αγγλικά : Widespread
Γαλλικά : Répandu
Επιστροφή