ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Wandern (Berg)
Ελληνικά : Πεζοπορία (στο βουνό)
Αγγλικά : Hike
Γαλλικά : Randonnée (en montagne)
Επιστροφή