ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Renewable
Ελληνικά : ανανεώσιμο (συμβόλαιο)
Γαλλικά : Renouvelable (contrat)
Γερμανικά : Erneuerbare
Επιστροφή