ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Renégocier
Ελληνικά : Επαναδιαπραγματεύομαι
Αγγλικά : Renegotiate (to)
Γερμανικά : Neu verhandelen
Επιστροφή