ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Bedürftige
Ελληνικά : Άποροι
Αγγλικά : Destitute persons
Γαλλικά : Indigents
Επιστροφή