ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αμείβω
Αγγλικά : Pay (to)
Γαλλικά : Rémunérer
Γερμανικά : Entlohnen
Επιστροφή