ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Rémunérer
Ελληνικά : Αμείβω, Ανταμείβω, Πληρώνω
Αγγλικά : Pay (to)
Γερμανικά : Belohnen, Entlohnen, Zahlen
Επιστροφή