ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Relations publiques (RP)
Ελληνικά : Δημόσιες σχέσεις
Αγγλικά : Public relations
Γερμανικά : Öffentlichkeitsarbeit
Επιστροφή