ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Bedrohen
Ελληνικά : Απειλώ
Αγγλικά : Threaten (to)
Γαλλικά : Menacer
Επιστροφή