ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Verzögern
Ελληνικά : Επιβραδύνω
Αγγλικά : Delay (to), Put a brake on (to)
Γαλλικά : Donner un coup de frein à, Retarder
Επιστροφή