ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Censor (to)
Ελληνικά : Λογοκρίνω
Γαλλικά : Censurer
Γερμανικά : Zensieren
Επιστροφή