ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Rehausser (mur)
Ελληνικά : Ανυψώνω (τοίχο), Σηκώνω (τοίχο), Υψώνω (τοίχο)
Αγγλικά : Heighten (to)
Γερμανικά : Erhoehen, Hoeher machen
Επιστροφή