ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Réhabiliter
Ελληνικά : Αναβαθμίζω, Αναπλάθω, Αποκαθιστώ
Αγγλικά : Rehabilitate (to)
Γερμανικά : Neu schaffen, Verbessern, Wiederherstellen
Επιστροφή