|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Vertreter
- Ελληνικά : Αντιπροσωπευτικός, Αντιπρόσωπος, Εκπρόσωπος, Εμπορικός αντιπρόσωπος, Συνδικαλιστικός εκπρόσωπος
- Αγγλικά : Representative, Shop steward, Travelling salesman
- Γαλλικά : Chargé de mission, Délégué syndical, Représentant(-e), Représentatif(-ive) (adj), Voyageur de commerce
Επιστροφή