ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Verspätet
Ελληνικά : Αργοπορημένος
Αγγλικά : Late comer
Γαλλικά : Retardataire (n)
Επιστροφή