|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Renewal
- Ελληνικά : Αναμίσθωση, Ανανέωση, Ανανέωση μίσθωσης, Επανάκτηση, Επανέναρξη (διαπραγματεύσεων), Συνέχιση
- Γαλλικά : Reconduction, Regain de, Renouvellement, Reprise des négociations
- Γερμανικά : Erneuerung, Erneuerung der Lease, Erneuerung eines Mietvertrages, Fortsetzung, Resume (Verhandlungen), Wiedererlangung
Επιστροφή