ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Réfuter
Ελληνικά : Αντικρούω
Αγγλικά : Refute (to)
Γερμανικά : Abweisen
Επιστροφή