ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Adolescence
Ελληνικά : Εφηβεία
Αγγλικά : Adolescence
Γερμανικά : Pubertät
Επιστροφή