|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Recover (to)
- Ελληνικά : Ανακάμπτω, Ανακτώ, Αναλαμβάνω (συνέρχομαι), Αναπληρώνω, Επιστρέφω, Ξανακερδίζω
- Γαλλικά : Récupérer, Redémarrer, Regagner
- Γερμανικά : Rückkehren, Sich erholen, Uebernehmen, Vertreten, Wiedererlangen, Wiedergewinnen
Επιστροφή