ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Εισπράττω χρήματα
Αγγλικά : Collect (to) money
Γαλλικά : Recevoir de l'argent
Γερμανικά : Geld sammeln
Επιστροφή