|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Verfallen
- Ελληνικά : Ερειπωμένος, Ερειπώνομαι, Παραγράφω, Σαραβαλιασμένος, Φθείρομαι
- Αγγλικά : Crumbling, Deteriorate (to), Dilapidated, Fall into ruins (to), Lapse (to)
- Γαλλικά : Dégrader(se), Délabré, Périmer (jur.) (laisser), Tomber en ruine
Επιστροφή