ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Rebellious
Ελληνικά : Απείθαρχος, Εξεγερμένος, Επίμονος
Γαλλικά : Rebelle (adj), Réfractaire, Révolté(e) (adj+n)
Γερμανικά : Aufständischer, Beharrlich, Undiszipliniert
Επιστροφή