ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Verbreiten
Ελληνικά : Απλώνομαι, Απλώνω, Διαδίδω, Διαχέω
Αγγλικά : Spill (to), Sprawl over (to), Spread (to), Spread out (to)
Γαλλικά : Étaler, Étaler (s'), Répandre, répandre (se)
Επιστροφή