ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Réapprovisionner
Ελληνικά : Ανεφοδιάζω
Αγγλικά : Restock (to), Resupply (to)
Γερμανικά : Versorgen, Wieder versorgen
Επιστροφή