ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
variieren
Ελληνικά : Ποικίλλω
Αγγλικά : Vary (to)
Γαλλικά : Varier
Επιστροφή