ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Urlaub machen
Ελληνικά : Παραθερίζω
Αγγλικά : Vacation (to be on)
Γαλλικά : Être en villégiature
Επιστροφή