ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Repatriate
Ελληνικά : Επαναπατριζόμενος, Επαναπατρισθείς
Γαλλικά : Rapatrié(e) (adj.+n)
Γερμανικά : Repatriiert, Rückkehrer
Επιστροφή